Στην Αθήνα δεν θα ξεχάσουν ποτέ το ελληνικό Woodstock

Στην Αθήνα δεν θα ξεχάσουν ποτέ το ελληνικό Woodstock

Στην Αθήνα δεν θα ξεχάσουν ποτέ το ελληνικό Woodstock
Σε «Πλαζ Λουκιανός Κηλαηδόνης» ονομάστηκε η πλαζ Βουλιαγμένης

Έχουν περάσει 35 χρόνια από το περίφημο «Πάρτι στη Βουλιαγμένη» του Λουκιανού Κηλαηδόνη, την πανσέληνο του Ιουλίου 1983, που έμεινε στην ιστορία για τις χιλιάδες κόσμου που κατέκλυσε την παραλία από τη στεριά και τη θάλασσα. «Σκεφτόμουν πάντα ότι θα ήταν πολύ ωραίο να μαζευτούμε όλοι μια βραδιά με φεγγάρι, να ξαπλώσουμε στην αμμουδιά και να ακούμε μουσική όπου θα έρχεται από τη θάλασσα, να τα ψιλολέμε ενώ θα σκάζουν κάθε τόσο πυροτεχνήματα γύρω μας. Κι αν μας αρέσει, να σηκωθούμε και να χορέψουμε», έλεγε ο Κηλαηδόνης.

Και όλα έγιναν όπως τα ονειρεύτηκε. Στο πάρτι αυτό εμφανίστηκαν διαδοχικά οι Διονύσης Σαββόπουλος, Μαργαρίτα Ζορμπαλά, Βαγγέλης Γερμανός, Γιώργος Νταλάρας, Αφροδίτη Μάνου και Μαντώ, αποβιβαζόμενοι με ταχύπλοα στην πλωτή εξέδρα. Το «πάρτι στη Βουλιαγμένη» θεωρήθηκε το ελληνικό Woodstock και ο Λουκιανός Κηλαηδόνης με αυτήν την εκδήλωση ήταν ο πρώτος καλλιτέχνης που έβγαλε τις συναυλίες από τα γήπεδα και τα θέατρα, σε φυσικούς χώρους.

Σε συνέντευξη που είχε δώσει ο ίδιος για το πάρτι:, είχε πει τα ακόλουθα

Όπως ο Λυκαβηττός είναι ένα ημικύκλιο και στη μέση παίζει η ορχήστρα, έτσι και η παραλία της Βουλιαγμένης, είναι ημικυκλική, οπότε η σκηνή έπρεπε να στηθεί μέσα στη θάλασσα. Έτσι κι έγινε. Χρησιμοποιήθηκε μια φορτηγίδα από το λιμάνι, γύρω στα 20 μέτρα, το ρεύμα πέρασε με καλώδιο κάτω από τη θάλασσα και οι καλλιτέχνες έρχονταν από τον Ναυτικό Όμιλο με καραβάκια και αποβιβάζονταν στη σκηνή. Τυπώσαμε 25.000 εισιτήρια, τα οποία πουλήθηκαν όλα μέχρι την ημέρα του πάρτι. Στο χώρο δεν πουλήθηκε ούτε ένα εισιτήριο. Κάποιες εφημερίδες έγραψαν για 50.000 και άλλες για 100.000. Αυτό που ξέρω είναι ότι οι δρόμοι προς την παραλιακή είχαν φρακάρει από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός, γιατί η συναυλία μεταδιδόταν ζωντανά στο ραδιόφωνο από τον Γιάννη Πετρίδη και όλος ο κόσμος άρχιζε να κατηφορίζει προς τα εκεί. Στο τέλος πηδούσαν από τους φράχτες”.

“Ηθικά αισθάνομαι δικαιωμένος. Με δικαίωσε η μεγάλη συμμετοχή του κόσμου. Έπειτα, είδα το όνειρό μου να γίνεται πραγματικότητα. Ωστόσο δε θα το έκανα ξανά. Όπως δε θα ξαναέγραφα δεύτερη φορά το ίδιο τραγούδι. Αυτό της Βουλιαγμένης, είχε την ομορφιά του, που ήτανε μια κι έξω. Κι ήταν μία ιδέα που βγήκε φυσιολογικά από τη μέχρι τώρα δουλειά μου. Όποιος έχει ακούσει το “Πάμε μια βόλτα στη Βουλιαγμένη” και τα “Θερινά τα σινεμά” και το “πάρτυ” μπορεί να καταλάβει, να φανταστεί πως προήλθε αυτή η εκδήλωση. Στην καθημερινή ζωή ο κόσμος αισθάνεται όλο και περισσότερο την έλλειψη μιας μαγείας. Η Βουλιαγμένη υποσχόταν κάτι τέτοιο. Και έγινε. Έγινε χώρος για πλησίασμα, για επαφή και επικοινωνία. Λειτούργησε δηλαδή αυτό που λέμε: Ελάτε να μαζευτούμε να γίνουμε μία παρέα, χωρίς βεντετιλίκια και χωρίς υστεροβουλίες. Έτσι να περάσει η βραδιά”.

“Όπως δεν μου έχει τελειώσει η δεκαετία του ΄50, κάπως έτσι δεν μου έχουν τελειώσει και οι αμερικάνικοι ήχοι. Σε κάθε δουλειά μου υπάρχει η νοσταλγία, υπάρχει όμως και το σήμερα. Κουβαλάω τρεις-τέσσερις εμμονές που βγαίνουν στις συνθέσεις μου”. https://www.youtube.com/watch?time_continue=78&v=NXBg6zv1NkU

Σε μια γιορτινή τελετή τις προάλλες, έγινε λοιπόν αυτό:

Loader